To ελληνικό γιαούρτι κατακτά την ιταλική αγορά

24 Jan 2022, 08:20 | ΠΡΟΪΟΝΤΑ

Σοφία Κοντογιάννη

To ελληνικό γιαούρτι κατακτά την ιταλική αγορά

Facebook Twitter Linkedin
Επενδύσεις

Η Ιταλία εισάγει γιαούρτια, κυρίως από την Ελλάδα και τη Γερμανία, οι οποίες αθροιστικά, το 2020 κατείχαν το 76% της αγοράς.

Κατά την περίοδο 2016 - 2020, η αξία των εισαγωγών από την Ελλάδα σημείωσε αύξηση σε ετήσια βάση (με εξαίρεση το 2019, όπου σημειώθηκε μείωση) και από  49,46 εκατ. ευρώ το 2016, ανήλθε σε  75,54 εκατ. ευρώ το 2020, καταλαμβάνοντας σημαντικό μερίδιο αγοράς 32,52%.

Όσον αφορά στον όγκο των ελληνικών εξαγωγών, την υπό εξέταση περίοδο, σημειώθηκε επίσης αύξηση 52,73% και σε απόλυτους αριθμούς από 20,4 χιλ. τόνους το 2016 ανήλθαν στους 36 χιλ. τόνους το 2020.

Η εκδήλωση της πανδημίας του κορωνοϊού επηρέασε γενικότερα τις διατροφικές προτιμήσεις των Ιταλών καταναλωτών και κατά συνέπεια και τα επίπεδα κατανάλωσης των γαλακτοκομικών προϊόντων. Σύμφωνα με την Assolatte (Ένωση Ιταλών Παραγωγών Γάλακτος και Γαλακτοκομικών προϊόντων), αναμένεται περαιτέρω αύξηση της κατανάλωσης των λειτουργικών τροφίμων, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται τα γιαούρτια, καθώς διαθέτουν προβιοτικά, τα οποία, ενισχύουν την άμυνα του ανοσοποιητικού συστήματος.

Επιπλέον, κατά το Ινστιτούτο ISMEA (Istituto di Servizi per il Mercato Agricolo

Alimentare), το 2020 , η αξία της κατ οίκον κατανάλωσης γαλακτοκομικών προϊόντων στην Ιταλία αυξήθηκε κατά +8,3% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, ειδικότερα δε, η κατανάλωση γιαουρτιού σημείωσε αύξηση 4,4%, καθώς, λόγω της τηλεργασίας, οι περισσότεροι εργαζόμενοι κατανάλωσαν πρωινό στην κατοικία τους.

Συγκεκριμένα, την περίοδο 11/2019 – 11/2020, οι πωλήσεις γιαουρτιού στην Ιταλία από hypermarket, supermarket και minimarket, σημείωσαν αύξηση 2,2% σε όγκο και 3% σε αξία, σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους (στοιχεία της πολυεθνικής εταιρείας ανάλυσης δεδομένων IRI). Το ελληνικό στραγγιστό γιαούρτι και το σκύρ, αποτέλεσε την ταχύτερα αναπτυσσόμενη κατηγορία, σημειώνοντας αύξηση σε όγκο πωλήσεων 14,8% και σε αξία 13,9%, σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2019.

Επισημαίνεται ότι, ο όγκος κατανάλωσης του ελληνικού γιαουρτιού είναι χαμηλός σε σχέση με τον συνολικό όγκο κατανάλωσης των λοιπών κατηγοριών γιαουρτιού, καθώς την εν λόγω περίοδο, σε απόλυτους αριθμούς, ο όγκος κατανάλωσης ελληνικού γιαουρτιού ανήλθε σε 31.181.758 kg σε σύνολο 345.286.011 kg, που αντιστοιχεί στο 9% της συνολικής κατανάλωσης γιαουρτιού στην Ιταλία.

Ακόμη, το 2019 η αξία της αγοράς γιαουρτιού παγκοσμίως, ανήλθε σε  76,4 δισ. ευρώ , εκ των οποίων 1,5 δισ. ευρώ αφορούσε στην αγορά της Ιταλίας (427 τόνοι και 1,4 δισ. τεμάχια).

Σύμφωνα με στοιχεία της IRI, την ίδια περίοδο, ενώ η αγορά γιαουρτιού στην Ιταλία σημείωσε ελαφρά μείωση , το ελληνικό γιαούρτι σημείωσε αύξηση 7% και ανήλθε, σε αξία στα  188 εκατ. ευρώ, σε όγκο στους 30,7 τόνους και σε πωλήσεις στα 154,5 εκατ. τεμάχια.

Οι κύριοι λόγοι που καταναλωτές προτιμούν το ελληνικό γιαούρτι συνοψίζονται στους εξής:

-η στροφή των καταναλωτών στον υγιεινό τρόπο ζωής και στην υγιεινή διατροφή και η καθιέρωση του ελληνικού γιαουρτιού ως προϊόντος υψηλής διατροφικής αξίας. Σύμφωνα με την εταιρεία γαλακτοκομικών Olympοs Italia (θυγατρική του ομίλου Όλυμπος), το ελληνικό γιαούρτι, συμπεριλαμβάνεται πλέον στις διατροφικές συνήθειες των καταναλωτών και στη συνείδηση τους αντικαταστάθηκε το γιαούρτι “ελληνικού τύπου” από το ελληνικό γιαούρτι, το οποίο παρασκευάζεται από ελληνικές πρώτες ύλες και με την τυπική παραδοσιακή μέθοδο χύτευσης.

-Η υψηλή περιεκτικότητα του σε πρωτεΐνες και ασβέστιο (18% - 30% της προτεινόμενης ημερήσιας κατανάλωσης) το καθιστά κατάλληλη επιλογή για σύγχρονους διατροφικούς τρόπους ζωής, όπως η χορτοφαγία, η κετογονική δίαιτα κλπ.

-πρόκειται για ένα σύγχρονο προϊόν που είναι τόσο κρεμώδες όσο και όξινο και εάν αναμιχθεί με φρούτα ή ίνες μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως συστατικό τόσο για γλυκές όσο και για αλμυρές συνταγές.

Από την ανάλυση των παραπάνω δεδομένων, εξάγονται τα εξής συμπεράσματα:

-Το γιαούρτι με γεύση φρούτων, το οποίο πωλείται σε συσκευασίες των 2 x 125 gr., 4 x 125 gr. ή 8 x 125 gr. και το λευκό γιαούρτι (πλήρες ή χωρίς λιπαρά) σε διάφορες συσκευασίες, όπως 2 x 125 gr., 8 x 125 gr, 500 gr, θεωρούνται ιδιαίτερα δημοφιλή προϊόντα, τόσο από τους παραγωγούς γαλακτοκομικών προϊόντων, όσο και από τις μεγάλες αλυσίδες λιανικής.

-Δημοφιλής τύπος γιαουρτιού επίσης, είναι το λεγόμενο γιαούρτι μείγματος (mix), το οποίο πωλείται σε σπαστή συσκευασία και δίνει τη δυνατότητα ανάμιξης λευκού γιαουρτιού (ή γιαουρτιού με γεύση φρούτων) με σοκολάτα, δημητριακά, ξηρούς καρπούς ή άλλα γλυκά.

-Το ελληνικό γιαούρτι διατίθεται στο εμπόριο σε πλαστική συσκευασία των 170 gr. ή 150 gr., ενώ κυκλοφορούν και γιαούρτια της ΦΑΓΕ σε συσκευασία των 500 gr. και του 1 kg. Όσον αφορά στους τύπους του ελληνικού γιαουρτιού, εκτός από το λευκό στραγγιστό γιαούρτι, κυκλοφορεί στραγγιστό γιαούρτι χαμηλών λιπαρών (2%) και χωρίς λιπαρά (0%), καθώς και γιαούρτι με διάφορες γεύσεις (φράουλα, βανίλια, μύρτιλο, καφές, καρύδα κ.α.). Αναφορικά με τις επωνυμίες που διατίθενται στην Ιταλική αγορά, εκτός από τα ελληνικά brand (Φάγε, Μεβγάλ, Δέλτα, Όλυμπος κτλ), ισχυρή θέση κατέχουν και τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας των αλυσίδων supermarket. Λόγω της αυξανόμενης ζήτησης του ελληνικού γιαουρτιού, ο μεγαλύτερος αριθμός των μεγάλων αλυσίδων supermarket της Ιταλίας, προχώρησε στη σύναψη συμφωνιών για την παραγωγή ελληνικού γιαουρτιού ιδιωτικής ετικέτας. Ακόμη, το ελληνικό επώνυμο γιαούρτι πωλείται είτε συσκευασμένο, είτε χύδην στους πάγκους των super market.

-Το Kefir και το Skyr διανέμονται κυρίως με τα εμπορικά σήματα Milk και Mila, σε πλαστικές συσκευασίες των 150gr., 160gr., 170gr., 200gr., 480gr. και 500 gr. Τα πιο συνήθη προϊόντα είναι σκύρ λευκό και σκύρ με διάφορες γεύσεις (φράουλα, στρατσιατέλα, καρύδα κτλ), κεφίρ λευκό κρεμώδες, κεφίρ κρεμώδες σε διάφορες γεύσεις και ανάμεικτο με δημητριακά και ξηρούς καρπούς, κεφίρ πόσιμο λευκό και κεφίρ πόσιμο σε διάφορες γεύσεις (μύρτιλο, δημητριακά, ρόδι, καρύδια κ.α.).

-Τέλος, κυκλοφορούν στην αγορά διάφοροι τύποι γιαουρτιού χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά και σάκχαρα (είτε λευκά, είτε με φρούτα, δημητριακά κ.λπ.), καθώς και εναλλακτικά γαλακτοκομικά προϊόντα, όπως γιαούρτι σόγιας και γιαούρτι χωρίς λακτόζη, προκειμένου να ικανοποιούν τυχόν διατροφικές διαταραχές και δυσανεξίες των καταναλωτών.

Facebook Twitter Linkedin

δημοφιλέστερα