Ο τουρισμός και τα στατιστικά του: Σπαγγέτι... «στατιστικάνα»

11 Jun 2016, 10:31 | ΑΠΟΨΗ

Γιώργος Ν. Αγγελής

Ο τουρισμός και τα στατιστικά του: Σπαγγέτι... «στατιστικάνα»

Facebook Twitter Linkedin
Επενδύσεις

«Τα στατιστικά είναι σαν ένα πιάτο μακαρονάδα. Έχεις την πρώτη ύλη και βάζεις εσύ τη σάλτσα που προτιμάς, πικάντικη, γλυκιά, γλυκόξινη, άσπρη, κόκκινη κ.λπ.», έλεγε ένας παλαιός τουριστικός παράγοντας.

Υπάρχει βέβαια και μία πολύ πιο «φημισμένη» ρήση, αυτή του Aaron Levenstein, που είχε πει ότι «τα στατιστικά είναι σαν το μπικίνι. Αποκαλύπτουν κάτι πολύ ενδιαφέρον, αλλά η ουσία παραμένει καλυμμένη».

Όπως και να το βλέπει κανείς, ο Ελληνικός Τουρισμός έχει βασανιστεί πολύ τις τελευταίες δεκαετίες με τα στατιστικά στοιχεία του. Το πάλαι ποτέ, ήταν δυσεύρετα και «προνόμιο» ορισμένων κρατικών υπηρεσιών. Αυστηρά ελεγχόμενα από τις ίδιες ή άλλες κρατικές υπηρεσίες, αποτελούσαν πεδίον δόξης λαμπρόν για πάσης φύσεως πολιτική εκμετάλλευση και επικοινωνία (ίσως και προπαγάνδα, σε ορισμένες περιπτώσεις).

Να θυμίσω την περίπτωση των αφίξεων από Αλβανία στα τέλη της δεκαετίας του ‘90 αλλά και το σχετικά άγνωστο ή ξεχασμένο στοιχείο, πως πολλά μεγάλα επενδυτικά σχέδια εκείνης της εποχής, βασίζονταν σε στατιστικά στοιχεία που ελάχιστοι δημόσιοι υπάλληλοι διέθεταν...

Αυτό που έχει αλλάξει θεαματικά τα τελευταία χρόνια, δεν είναι η βασική πηγή στατιστικών, που παραμένει το κράτος και στην περίπτωσή μας - η Τράπεζα της Ελλάδος, πλέον - αλλά η ευκολία πρόσβασης σε αυτά. Αυτό που επίσης έχει αλλάξει, είναι η σοβαρή, τεκμηριωμένη και επιστημονική δουλειά που γίνεται για την ανάλυση και επεξεργασία τους, από ιδιωτικούς φορείς όπως π.χ. το Ινστιτούτο ΣΕΤΕ (και το ΙΤΕΠ που ανήκει στο ΞΕΕ).

Σε έναν τομέα όπως ο Τουρισμός, τα δεδομένα που προκύπτουν είναι η χαρά – ή και ο εφιάλτης, ενίοτε – του αναλυτή. Σήμερα, οι αφίξεις και οι εισπράξεις είναι η κορυφή ενός τεράστιου παγόβουνου δεδομένων και στοιχείων, με πολλές άλλες κορυφές και πτυχές. Η στατιστική αποτύπωση των μεγεθών και των δεκτικών του τομέα αλλά και των επιμέρους κλάδων του, βρίσκεται σήμερα σε εντελώς διαφορετικό επίπεδο χρησιμότητας, βάθους πληροφορίας αλλά και χρόνου συγκέντρωσής της. 

Πριν από 15 χρόνια, για να δούμε τα ολοκληρωμένα στατιστικά στοιχεία μίας περιόδου, μπορεί να περνούσαν έως και δύο χρόνια! Τώρα είναι διαθέσιμα σε έναν-δύο μήνες.

Αυτό, παρά το γεγονός ότι η βασική φιλοσοφία της επιλεκτικής και κατά περίπτωση και σκοπιμότητα, χρήσης τους, πρωτίστως από το πολιτικό μας σύστημα, δεν έχει μεταβληθεί. Πάντα οι υπουργοί και λοιποί κυβερνητικοί αξιωματούχοι θα επιλέγουν τα στατιστικά εκείνα που τους βολεύουν, όπως αντιστοίχως, σε διαφορετικό βαθμό βέβαια, οι φορείς και ο ιδιωτικός τομέας, θα προβάλλουν περισσότερο τα στατιστικά που ενισχύουν την επιχειρηματολογία τους.

Πάντα, όμως και τώρα πλέον πολύ πιο διακριτά, υπάρχει αυτή η «πρώτη ύλη» της μακαρονάδας. Και αυτήν δεν είναι εύκολο να την αγνοεί κανείς, ούτε να τη διαστρεβλώνει διαχρονικά, με τη σάλτσα προτίμησής του.

Όταν ένας υπουργός ή κυβερνητικός αξιωματούχος πανηγυρίζει κάθε τόσο επικαλούμενος τις διεθνείς αεροπορικές αφίξεις και μόνον αυτές, ή το κάνει συνειδητά ή είναι άσχετος. Διότι οι αεροπορικές αφίξεις και δη οι συγκεκριμένες στα περιφερειακά αεροδρόμια, αντιπροσωπεύουν πια λιγότερο από το 70% του συνόλου των αφίξεων στη χώρα. Σε 25 εκατ. αφίξεις, ακόμα και παιδιά του Γυμνασίου, καταλαβαίνουν για τι απόλυτους αριθμούς μιλάμε. 

Πως μπορείς, επομένως, να πανηγυρίζεις όταν ένα άλλο σεβαστό «κομμάτι» της εικόνας, κινείται πτωτικά και μάλιστα έντονα; Πόσω μάλλον, όταν έχουμε χρονιές όπως η φετινή, που ο μέσος όρος «κρύβει» τρομερές διαφορές και διακυμάνσεις μεταξύ προορισμών.  

Το ίδιο και όταν κάποιοι αναφέρονται στις εθνικές εισπράξεις. Χωρίς συνεκτίμηση της μέσης δαπάνης, που προκύπτει και από τον αριθμό των αφίξεων, δεν βγαίνει όλη η πραγματική εικόνα.

Από την άλλη πλευρά, πόσο πείθει κάποιος που γκρινιάζει και εξανίσταται σε έναν προορισμό που η «πρώτη ύλη» δείχνει ικανοποιητική αύξηση ροής επισκεπτών; 

Εδώ, βεβαια, υπεισέρχεται ο κλαδικός παράγοντας. Διάσταση που θα βλέπουμε πολύ πιο έντονα το επόμενο διάστημα, επειδή αλλάζουν και οι δομές του τουριστικού μας προιόντος. Και είναι κάτι που πρέπει, όλοι, να το προσέξουμε ιδιαίτερα και να το θέτουμε στις σωστές του βάσεις.

Αν οι γενικοί δείκτες του τομέα είναι θετικοί, αυτό είναι η πραγματικότητα. Δεν σημαίνει, όμως, κατ ανάγκη, ότι και οι δείκτες κάποιου κλάδου, ακολουθούν.

Πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού του τομεακού vs κλαδικού στατιστικού παράδοξου, είναι τα ξενοδοχεία. Για τον πολύ απλό - και απλοϊκά διατυπωμένο - λόγο, ότι εννοείται πως δεν πάνε όλες οι αφίξεις στα ξενοδοχεία, ούτε φυσικά και οι εθνικές εισπράξεις στα ταμεία τους. 

Τουναντίον. Ολοένα και μεγαλύτεροι αριθμοί αφικνούμενων επισκεπτών είναι «απροσδιορίστου διαμονής» (βλέπε sharing economy κ.λπ) και ολοένα περισσότερο συμπιέζεται και το όποιο περιθώριο κέρδους τους (αν και όπου υπάρχει τέτοιο) ανά διανυκτέρευση.

Και κάτι για τα «ρεκόρ». Στατιστικά και ορθολογικά, μία παραπάνω άφιξη και ένα παραπάνω ευρώ να υπάρχει σε μία χρονιά, θεωρείται ρεκόρ αφού είναι κάτι καλύτερο από το προηγούμενο.

Στην πραγματικότητα, όμως, τι αλήθεια μπορούμε να αποκαλούμε «ρεκόρ»; Ένα +0,5%-1% ή ένα +5-6%; 

Και με τι κριτήριο;

 

 

 

    

  

 
Facebook Twitter Linkedin

δημοφιλέστερα