2,1 δισ. ευρώ επιπλέον καταβάλλουν οι ευρωπαίοι καταναλωτές ετησίως για την αγορά αεροπορικών εισιτηρίων στα μεγάλα ευρωπαϊκά αεροδρόμια που συγκεντρώνουν μεγάλη επιβατική κίνηση, λόγω περιορισμένης χωρητικότητας.
Σύμφωνα με έρευνα του SEO Amsterdam Economics και του Πανεπιστημίου Cranfield με τίτλο «Ο αντίκτυπος του Περιορισμού Χωρητικότητας των αεροδρομίων στους ναύλους», εκτός από τις επιπτώσεις σε επίπεδο συνδεσιμότητας, αποτελεσματικότητας, στο περιβάλλον, στην ακρίβεια και στην επιχειρησιακή ελαστικότητα, η έλλειψη χωρητικότητας των αεροδρομίων επηρεάζουν και τους ναύλους.
Σύμφωνα με τη σύνοψη της έρευνας που πραγματοποίησε η ACI EUROPE, η μειωμένη χωρητικότητα τελικά σημαίνει τον περιορισμό του αριθμού των αεροσκαφών που προσγειώνονται και απογειώνονται από τα αεροδρόμια, ιδιαίτερα τις περιόδους υψηλής κίνησης.
Η πορεία προς την αύξηση των τιμών είναι η εξής: Η ζήτηση των επιβατών αυξάνεται για πτήσεις τις περιόδους μεγάλης κίνησης σε αεροδρόμια που ήδη βρισκονται στα όρια της χωρητικότητάς τους, η προσφορά αεροσκαφών και υπηρεσιών παραμένουν σταθερές, οι τιμές αυξάνονται και οι επιβάτες εάν θέλουν να πετάξουν από τα αεροδρόμια της επιλογής τους καλούνται να καταβάλουν υψηλότερα κόστη εισιτηρίου.
Η έρευνα καταλήγει ότι οι αερομεταφορείς μπορούν να -και ήδη το κάνουν- αυξάνουν τους ναύλους ως αποτέλεσμα της αύξησης της ζήτησης.
Ως λύση στο πρόβλημα, η ACI EUROPE προτείνει την αναβάθμιση των υποδομών των αεροδρομίων, ώστε να «χωρέσουν» περισσότερα αεροσκάφη, να μπουν νέοι ανταγωνιστές στην αγορά αερομεταφορών.
Πέρυσι, τα ευρωπαϊκά αεροδρόμια υποδέχθηκαν περισσότερους από 2 δισ. επιβάτες, για πρώτη φορά, με ανάπτυξη της κίνησης κατά 5,1% σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
Η Eurocontrol εκτιμά μέχρι το 2035 το 12% της ζήτησης δεν θα μπορεί να εξυπηρετηθεί από τη χωρητικότητα των αεροδρομίων, κάτι που σημαίνει ότι 237 εκατ. επιβάτες δε θα μπορούν να ταξιδέψουν.