Κυρίαρχο το ελληνικό κρασί στην κυπριακή αγορά

05 Jan 2020, 11:18 | ΠΡΟΪΟΝΤΑ

Σοφία Κοντογιάννη

Κυρίαρχο το ελληνικό κρασί στην κυπριακή αγορά

Facebook Twitter Linkedin
Επενδύσεις

Η Ελλάδα κατέχει σταθερά την θέση του κυριότερου προμηθευτή κρασιού της Κύπρου. Το 2018, το ελληνικό μερίδιο στις συνολικές εισαγωγές κρασιού στην κυπριακή αγορά ανήλθε σε 25%, ενώ ακολούθησαν η Γαλλία με 21%, η Ιταλία με 20%, το Ην. Βασίλειο με 8% και η Γερμανία, με 5%. 

Το 2018 οι ελληνικές εξαγωγές κρασιού στην Κύπρο ανήλθαν σε 6,4 εκ. Ευρώ ενώ σε όρους ποσότητας, άγγιξαν τα 2,29 εκ. λίτρα.

Ο κύριος όγκος των ελληνικών κρασιών που εξάγεται στην Κύπρο (88% του συνόλου) κατατάσσεται στην δασμολογική κλάση «κρασιά σε δοχείο έως 2lt».Στην κατηγορία αυτήν, η Ελλάδα κατέχει, για το έτος 2018, μερίδιο της τάξης του 30%.

Σύμφωνα με στους μεγαλύτερους εισαγωγείς κρασιού και οινολόγους στην Κύπρο, οι καταναλωτές προτιμούν τα κρασιά που συνδυάζουν το δίπτυχο ποιότητας – τιμής και, για το λόγο αυτό, οι ετικέτες του «νέου κόσμου» (Χιλή, Αργεντινή, Καλιφόρνια, Αυστραλία), βρίσκονται πολύ ψηλά στις καταναλωτικές προτιμήσεις, ενώ σημειώνουν θεαματική άνοδο χρόνο με τον χρόνο.   Ένας άλλος λόγος που οι προαναφερόμενες ετικέτες απολαμβάνουν τέτοια επιτυχία στην Κύπρο (ειδικά εκείνες από Αργεντινή και Χιλή), είναι επειδή αντιπροσωπεύουν διεθνείς ποικιλίες, οι οποίες είναι ιδιαίτερα αγαπητές στην κυπριακή αγορά. 

Τα ελληνικά κρασιά είναι δημοφιλή μεταξύ των Κύπριων καταναλωτών, όχι μόνο λόγω ποιότητας αλλά και λόγω συναισθηματικής υπεραξίας. Σχεδόν όλοι οι μεγάλοι Έλληνες παραγωγοί είναι ήδη παρόντες στην κυπριακή αγορά, ενώ ο κύριος όγκος των εμπορευμάτων τους διακινείται μέσω υπεραγορών. Ετικέτες μικρότερων οινοποιείων εισάγονται στην Κύπρο απευθείας από τις κάβες είτε διανέμονται από συγκεκριμένους εισαγωγείς σε επιλεγμένα καταστήματα delicatessen, εστιατόρια και μπαρ της χώρας. 

Σε ό,τι αφορά τις διεθνείς ποικιλίες, μεγαλύτερη ζήτηση έχουν οι Cabernet, Chardonnay και Sauvignon. Από τις γηγενείς ελληνικές ποικιλίες, οι πιο περιζήτητες είναι το Μοσχοφίλερο και το Αγιωργίτικο, ενώ το Ξινόμαυρο, ενώ και οι ποικιλίες Σαντορίνης έχουν αρχίσει στους να αποκτούν πιστούς οπαδούς.  

Σε ό,τι αφορά το χρώμα, οι προτιμήσεις μεταβάλλονται ανάλογα με την εποχικότητα, όπως γίνεται και στις υπόλοιπες αγορές (περισσότερο κόκκινο τον χειμώνα και περισσότερο λευκό το καλοκαίρι). Σύμφωνα με ορισμένους διανομείς, σημαντική είναι η διάδοση του πορτογαλικού ροζέ «Mateus», λόγω της χαμηλής τιμής και της ελαφρώς αφρώδους υφής του.

Να σημειωθεί ότι οι συνολικές κυπριακές εισαγωγές κρασιού όσο και η μέση τιμή εισαγωγής ανά λίτρο κινούνται ανοδικά. Το 2018, οι εισαγωγές ανήλθαν σε 25,76 εκ. Ευρώ, σημειώνοντας αύξηση της τάξης του 8% συγκριτικά με το 2017, ενώ η μέση τιμή αυξήθηκε κατά 18%.

Τα τελευταία χρόνια στην Κύπρο παράγονται -αν και σε περιορισμένες ποσότητες- ποιοτικά κρασιά από αυτόχθονες ποικιλίες που αποσπούν αξιόλογες διεθνείς διακρίσεις. Το Υφυπουργείο Τουρισμού προωθεί τον οινολογικό τουρισμό στην Κύπρο, μέσα από 7 «Δρόμους Κρασιού», που προτείνει στους οινόφιλους επισκέπτες. Κατά την τριετία 2015-2017, οι πωλήσεις κρασιού εγχώριας παραγωγής στην Κύπρο κατέγραψαν ανοδική τάση. Το 2017 ανήλθαν σε 9,265 εκ. lt, αξίας 25,75 εκ. Ευρώ (2,77 Ευρώ/lt). Ειδικότερα το 2017 πωλήσεις κρασιού εγχώριας παραγωγής κατέγραψαν αύξηση 13,8% ως προς την αξία και 9,62% ως προς την ποσότητα.

Οι δημοφιλέστερες ποικιλίες σταφυλιού που καλλιεργούνται στην Κύπρο είναι το Μαύρο (κόκκινο) και το Ξυνιστέρι (λευκό), από την ανάμειξη των οποίων προέρχεται η γνωστή  Κουμανδαρία αλλά και η Ζιβανία, η οποία θεωρείται ως το εθνικό ποτό της Κύπρου. Επίσης καλλιεργούνται οι αρχαίες ποικιλίες Μαραθεύτικο και Όφθαλμο και οι ξένες Chardonnay, Μοσχάτο Αλεξανδρίας, Palomino, Riesling, Sauvignon Blanc, Semillon, Alicante Bouschet, Cabernet Franc, Cabernet Sauvignon, Cinsaut, Grenache Noir, Mataro και Shiraz. Σύμφωνα με στοιχεία του Υπουργείου Γεωργίας, σήμερα λειτουργούν στην Κύπρο 103 οινοποιεία, από τα οποία 56 βρίσκονται στη Λεμεσό, 34 στην Πάφο, 10 στην Λευκωσία και 3 στην Λάρνακα. Η καλλιεργούμενη έκταση οινοποιήσιμων αμπελώνων ανέρχεται στα 7.677 εκτάρια (στοιχεία 2019).

 

 

Facebook Twitter Linkedin

δημοφιλέστερα