Ισχνό το μερίδιο των ελληνικών εξαγωγών στη Γερμανία

08 Oct 2019, 09:30 | ΠΡΟΪΟΝΤΑ

Σοφία Κοντογιάννη

Ισχνό το μερίδιο των ελληνικών εξαγωγών στη Γερμανία

Facebook Twitter Linkedin
Επενδύσεις

Το μερίδιο των ελληνικών εξαγωγών επί του συνόλου των εισαγωγών της Γερμανίας, το 2018, παρέμεινε στο ισχνό 0,2%.

Το 2018 η Ελλάδα κατέλαβε την 50η θέση μεταξύ των χωρών – προμηθευτών της Γερμανίας, καταδεικνύοντας τη μικρή αξιοποίηση της γερμανικής αγοράς σε σχέση με τα περιθώρια ανάπτυξης των διμερών εμπορικών συναλλαγών.

Το γεγονός ότι το ενδοκοινοτικό εμπόριο είναι απαλλαγμένο από εισαγωγικές διαδικασίες, δασμολογικά και μη δασμολογικά εμπόδια, δεν συνεπάγεται λιγότερη προσπάθεια προς παγίωση της ελληνικής παρουσίας και αύξηση εμπορικών μεριδίων στη γερμανική αγορά. Η γερμανική αγορά αποτελεί πεδίο έντονου ανταγωνισμού (λόγω του μεγέθους, του υψηλού κατά κεφαλήν εισοδήματος και της γεωγραφικής θέσης) και θεωρείται ιδιαιτέρως απαιτητική, κυρίως ως προς τη σχέση τιμής/ποιότητας, αλλά και τη σταθερή και επαρκή παραγωγική/εξαγωγική δυναμικότατα για την κάλυψη των αναγκών ζήτησης.

Οι ελληνικές επιχειρήσεις με εξαγωγικό προσανατολισμό ενδιαφέρονται έντονα για τη γερμανική αγορά, μεταξύ άλλων και λόγω της ελληνικής ομογενειακής παρουσίας στη χώρα. Το ενδιαφέρον αυτό αντανακλάται στο μεγάλο αριθμό αιτημάτων για παροχή πληροφοριών, από μεγάλες εξαγωγικές, έως νεοφυείς ή μικρές ακόμα επιχειρήσεις.

Η ανάκτηση και παγίωση ελληνικών μεριδίων στη γερμανική αγορά, της οποίας βασικά χαρακτηριστικά, στοιχεία, αποτελούν η υψηλή και πλεονάζουσα αγοραστική δύναμη, η συνειδητοποιημένη συμπεριφορά του καταναλωτικού κοινού, η σχεδόν γενικευμένη εφαρμογή της αναλογίας τιμή/ποιότητα ως βασικό στοιχείο διαμορφώσεως της ζητήσεως, η διαμόρφωση καταναλωτικών προτύπων με γνώμονα την προστασία του περιβάλλοντος (αυξανόμενη στροφή της καταναλώσεως σε φιλικά προϊόντα προς το περιβάλλον-αφορά όλο το φάσμα της οικονομικής και εμπορικής δραστηριότητας, όπως συσκευασίες κλπ.-), η βαθμιαία μεταστροφή των μεταφορών αγαθών και εμπορευμάτων προς τις σιδηροτροχιές, η ευαισθησία σε θέματα δημόσιας υγείας, η υψηλή ροπή προς κατανάλωση βιολογικών προϊόντων κλπ. απαιτεί, σοβαρές και συνεπείς προσπάθειες, υπό μορφή αναδείξεως και αναλήψεως εξειδικευμένων δράσεων ανά κλάδο παραγωγικής δραστηριότητας.

Ο σχεδιασμός της στρατηγικής ενισχύσεως της εξωστρέφειας των ελληνικών επιχειρήσεων στις διεθνείς αγορές ασφαλώς και θα πρέπει να λαμβάνει σοβαρά υπόψη τη σπουδαιότητα των παραδοσιακών πελατών ελληνικών προϊόντων, όπως η Γερμανία, διότι τα δυναμικά στοιχεία τέτοιων αγορών προσφέρουν, κατά κανόνα, μεγαλύτερες δυνατότητες και καλύτερες ίσως προϋποθέσεις απορροφήσεως και παγίωσης εμπορικών μεριδίων, εν σχέσει με εκείνες αναδυομένων ή αναπτυσσομένων αγορών, ιδιαιτέρως για υψηλής προστιθέμενης αξίας εμπορεύματα, εξειδικευμένα ή υψηλής ποιότητας προϊόντα, τα οποία προσφέρονται αυτονόητα σε υψηλότερες των συμβατικών τιμές και απευθύνονται σε πλέον εύρωστο οικονομικά καταναλωτικό κοινό.

Η φροντίδα ως εκ τούτου και η δυναμική θεώρηση των παραμέτρων συγχρόνως των αναδυομένων και των ώριμων – παραδοσιακών αγορών, αλλά και η διαρκής βελτίωση και ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της εξωστρέφειας της ελληνικής οικονομίας, αποτελεί μονόδρομο, υπό το φως των εξελίξεων στο παγκόσμιο οικονομικό γίγνεσθαι, όπου συντελούνται ραγδαίες αλλαγές,

Η  ανάσχεση της διερευνήσεως του εμπορικού μας ελλείμματος, και όχι μόνο με τη Γερμανία, είναι δυνατόν να επιτευχθεί δια της αναδείξεως των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της ελληνικής οικονομίας και της αναλήψεως εξειδικευμένων δράσεων ανά κλάδο και κατηγορία προϊόντος, προσαρμοσμένων στις ιδιαιτερότητες και απαιτήσεις μιας έκαστης αγοράς, την πρόσβαση στην οποία στοχεύουμε, σε συνδυασμό με την παρουσία του ανταγωνισμού, τις εφαρμοσμένες μεθόδους και πολιτικές παγιώσεως εμπορικών μεριδίων.

 

 

 

Facebook Twitter Linkedin

δημοφιλέστερα