Η υπερφορολόγηση ναρκοθετεί και τη διασύνδεση του τουρισμού με τον αγροδιατροφικό τομέα

14 Dec 2018, 09:31 | ΑΠΟΨΗ

Σοφία Κοντογιάννη

Η υπερφορολόγηση ναρκοθετεί και τη διασύνδεση του τουρισμού με τον αγροδιατροφικό τομέα

Facebook Twitter Linkedin
Επενδύσεις

Παραβρέθηκα πρόσφατα σε ένα δείπνο «κορυφής», με την έννοια ότι οι συνδαιτυμόνες απαρτίζονταν από σημαντικούς επιχειρηματίες από το χώρο της ξενοδοχίας, της γαστρονομίας και γενικότερα του τουρισμού.

H συζήτηση κινήθηκε σε διάφορα θέματα αλλά στο τέλος κυριάρχησε ο προβληματισμός σε σχέση με τις προοπτικές διασύνδεσης του αγροδιατροφικού τομέα με τον τουρισμό.

Όντως, η συνειδητοποίηση του πλούτου της ελληνικής γης, η έντονη αναζήτηση τρόπων τόνωσης της εγχώριας οικονομίας αλλά και η προσδοκία προσφοράς της αυθεντικής, αγνής ελληνικής εμπειρίας στους τουρίστες, αποτελούν πολύ καλά στοιχεία εκκίνησης της προσπάθειας αναβάθμισης της παραγωγικής και κατ’ επέκταση της τουριστικής δυναμικής.

Η καθολική επίτευξη αυτού του στόχου, θα εκτίνασσε την ταξιδιωτική εμπειρία, ενισχύοντας την Ελλάδα ως τουριστικό προορισμό, ενώ περαιτέρω θα προήγαγε τις εξαγωγές, εφόσον πια θα είχε δημιουργηθεί το πολυπόθητο “brand name” στο σύνολο των ελληνικών προϊόντων.

Ποιοι είναι όμως οι παράγοντες που δυσκολεύουν τη διασύνδεση; Μία πολύ σημαντική παράμετρος, είναι ο τρόπος με τον οποίο λειτουργούν έως και σήμερα οι σχέσεις παραγωγών-καταναλωτών. Δηλαδή, ο τρόπος με τον οποίο οι παραγωγοί διοχετεύουν τα προϊόντα τους στους καταναλωτές, είτε εκείνοι είναι μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες, είτε εστιατόρια σε τουριστικούς προορισμούς, είτε και ιδιώτες. Η διαμόρφωση αυτής της πάγιας σχέσης, είναι αποτέλεσμα του ενστίκτου αυτοσυντήρησης, απέναντι στην οριζόντια φορολόγηση. Η συνδιαλλαγή παραγωγού-καταναλωτή, φοράει πολλές φορές το μανδύα μιας μεταμφίεσης θα έλεγε κανείς, μιας προστασίας από τις επιταγές των φορολογικών νόμων.

Πράγματι, υπάρχουν αξιόλογες μονάδες παραγωγής ελληνικών προϊόντων που θα μπορούσαν να συνεργαστούν δημιουργικά με τις τουριστικές επιχειρήσεις, εάν τους προσφερόταν η φορολογική δυνατότητα. Από μόνη της η φορολογία είναι ένα πολύ δυνατό φρένο στην ουσιαστική, στην καθολική διασύνδεση του αγροδιατροφικού τομέα με τον τουρισμό. Τι ωραιότερο και σωστότερο, να προμηθεύονταν οι τουριστικές επιχειρήσεις αποκλειστικά ελληνικά προϊόντα, όπου είναι δυνατόν-και είναι δυνατόν σε πολλά επίπεδα, από τη γαστρονομία μέχρι και τα είδη εξοπλισμού, πάγια ή αναλώσιμα.

Ο φόβος όμως, είναι δυνατότερος. Εύλογος φόβος. Δυστυχώς, η φορολογία απελπίζει χρόνια τώρα και τους παραγωγούς, οι οποίοι κακά τα ψέματα, σε πολλές  περιπτώσεις θα σκεφτούν δύο και τρεις φορές το πόσα τιμολόγια τους επιτρέπει η πραγματικότητα να κόψουν. Με αυτόν τον τρόπο, προτιμούν να προμηθεύουν τα άψογα προϊόντα τους, που με τόσο κόπο και φροντίδα έχουν αναπτύξει, στις ήδη δημιουργημένες αγορές, με την ψευδαίσθηση ίσως της διασφάλισης της επιβίωσής τους. Από την πλευρά τους, οι επιχειρήσεις, τουριστικές και μη,  δεν νοείται να συνάπτουν συνεργασίες χωρίς τα απαραίτητα παραστατικά, όσο και να αναγνωρίζουν την εκπληκτική ποιότητα των ελληνικών προϊόντων. Κι έτσι, συντηρείται ένας φαύλος κύκλος που είναι δύσκολο να σπάσει. Όπως και σε τόσες άλλες πτυχές της οικονομίας και της επιχειρηματικότητας, από την επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου μέχρι και τη διασύνδεση του αγροδιατροφικού τομέα με τον τουρισμό, καταλήγουμε στον ίδιο ακριβώς εφιάλτη: στην υπερφορόλογηση.

Η Ελλάδα όμως δεν έχει την έκταση των ΗΠΑ ή της Ινδίας, για να παράγει πλουσιοπάροχα τεράστιες ποσότητες. Εν κατακλείδι, πρέπει να παραδεχτούμε ότι δεν υπάρχουν πολλές επιλογές. Άρα θα πρέπει οι αρμόδιοι κυβερνητικοί παράγοντες που επιδιώκουν τη διασύνδεση του αγροδιατροφικού τομέα με τον τουρισμό, όπως πολλάκις έχουν δηλώσει επισήμως, να ξεκινήσουν από τη ρίζα του προβλήματος, ειδάλλως, όπως είναι πολύ λογικό, δεν πρόκειται να φυτρώσει τίποτα στον αέρα. Γιατί οι ιδιώτες θέλουν και προσπαθούν αλλά δυστυχώς η επιθυμία δεν αρκεί…

 

 

 

 
Facebook Twitter Linkedin

δημοφιλέστερα