Grant Thornton | Ελληνική οικονομία: Ευκαιρία, προκλήσεις και κίνδυνοι

10-09-20 | ΠΡΟΣΩΠΑ

Γράφει ο κ.Νικόλαος Καραμούζης (*)

Κατά την τελευταία τριετία και με τη λήξη του τρίτου προγράμματος προσαρμογής, η ελληνική οικονομία κινήθηκε με υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης από αυτή πολλών άλλων οικονομιών της Ευρωζώνης. Η πανδημία Covid-19 ανέτρεψε βίαια αυτή τη δυναμική, οδηγώντας σε βίαια ύφεση την ελληνική και το σύνολο σχεδόν της παγκόσμιας οικονομίας, ενώ οι οικονομικές εκτιμήσεις για το κοντινό μέλλον είναι ακόμα αποθαρρυντικές εντός και εκτός Ελλάδος. Δηλαδή, το γεγονός ότι φαίνεται ότι είμαστε ήδη στο πρώτο στάδιο ενός δεύτερου γύρου της πανδημίας, ο οποίος μπορεί να ενταθεί τον ερχόμενο χειμώνα και χωρίς να έχουμε ακόμη βεβαιότητα ως προς το χρόνο διάθεσης αποτελεσματικών εμβολίων και φαρμάκων εμπορικά, δημιουργεί νέα αρνητικά, κοινωνικά και οικονομικά δεδομένα για το άμεσο μέλλον και τις προοπτικές του καθώς και σημαντικούς κινδύνους και αβεβαιότητες, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα.

Οι πρωτοβουλίες οικονομικής πολιτικής παγκοσμίως

Οι κυβερνήσεις παγκοσμίως, αντέδρασαν ταχύτατα για να αποτρέψουν αφενός τα χειρότερα από τις επιπτώσεις της πανδημίας και αφετέρου τις οικονομικές επιπτώσεις κυρίως του lock down, με ανάληψη άνευ προηγουμένου δημοσιονομικών μέτρων στήριξης των εισοδημάτων των νοικοκυριών, των επιχειρήσεων και της ρευστότητας της οικονομίας (το ύψος των μέτρων υπολογίζεται ότι κυμαίνεται ανά χώρα μεταξύ 5% - 10% του ΑΕΠ). Μεσοπρόθεσμα, όμως, τα μέτρα αυτά και η οικονομική υστέρηση, δημιουργούν συνθήκες δημοσιονομικής αστάθειας, αν τα δημοσιονομικά ελλείματα ρεκόρ που προκαλούνται από τα μέτρα στήριξης και την ύφεση, και η σημαντική αύξηση δημοσίου και ιδιωτικού χρέους, δεν αντιμετωπιστούν επιτυχώς με σοβαρά και επώδυνα τελικά μέτρα προσαρμογής.

Επιπλέον οι κεντρικές τράπεζες και οι εποπτικές αρχές, προχώρησαν παγκοσμίως σε ελαστικοποίηση των κεφαλαιακών απαιτήσεων των τραπεζών, καθώς και σε πρωτοφανή μέτρα στήριξης της ρευστότητας του Δημοσίου, των τραπεζών και των επιχειρήσεων που εκτιμάται ότι ξεπερνούν σε ύψος τα €12 τρισεκ., διαμορφώνοντας ιδιαίτερα πολύ χαμηλό κόστος χρηματοδότησης, μηδενικό σχεδόν ύψος επιτοκίων και ρεκόρ διαθέσιμης ρευστότητας σε κυκλοφορία, διευκολύνοντας έτσι τη χρηματοδότηση της οικονομίας και την ανάληψη χρηματοδοτικών κινδύνων εκ μέρους των τραπεζών. Το παραπάνω πρωτοφανές ύψος νέας ρευστότητας στο σύστημα δεν μπορεί παρά να αντιστραφεί, μεσοπρόθεσμα, με ανάληψη από τις κεντρικές τράπεζες αντίστροφων περιοριστικών μέτρων νομισματικής πολιτικής, ώστε  να αποτραπεί η πληθωριστική έκρηξη στην παγκόσμια οικονομία και να περιοριστεί η φούσκα τιμών στα κινητά περιουσιακά στοιχεία.

Παρά ταύτα, η παγκόσμια ύφεση εκτιμάται ότι θα είναι μεγάλη για το 2020 (μεταξύ 4%-5%), ενώ στην Ελλάδα εκτιμάται ότι η ύφεση θα κυμανθεί μεταξύ -7% και -10% (η ΕΛΣΤΑΤ ανακοίνωσε ότι στο δεύτερο τρίμηνο το ελληνικό ΑΕΠ μειώθηκε 15,2% σε ετήσια βάση), επαληθεύοντας τις πρόσφατες εκτιμήσεις της Grant Thornton, ενώ υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα για την ταχύτητα και το ρυθμό της οικονομικής ανάκαμψης το 2021. Το βέβαιο είναι ότι οι πιθανότητες μιας V τύπου ανάκαμψης εξανεμίζονται καθημερινά.

Η ευρωπαϊκή αντίδραση στην πανδημία

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, αντέδρασαν δυναμικά στην κρίση, εγκρίνοντας αρχικά πακέτο μέτρων € 540δισεκ. τον Απρίλιο του 2020 για την αντιμετώπιση του άμεσου οικονομικού αντίκτυπου της πανδημίας του κορωνοϊού, κυρίως για κάλυψη του αυξημένου κόστους δαπανών υγείας και στήριξης εργαζομένων και επιχειρήσεων, λόγω των περιορισμών μετακινήσεων. Στη συνέχεια πρόσφατα, μετά από έντονες και διχαστικές διαπραγματεύσεις, εγκρίθηκε πακέτο δανείων και μεταβιβάσεων με τη δημιουργία του ταμείου Ανάκαμψης με τον τίτλο «Next Generation EU (NGEU)», ύψους €390 δισεκ. σε μεταβιβάσεις και €360 δισεκ. σε δάνεια.

Τέθηκαν οι προτεραιότητες να κατευθυνθούν οι πόροι σε χώρες, περιοχές και κλάδους που έχουν υποστεί τις πιο βαριές συνέπειες από την κρίση αλλά και να αξιοποιηθούν τα εν λόγω ποσά για τον παραγωγικό μετασχηματισμό των ευρωπαϊκών  οικονομιών. Ιδιαίτερα, υπάρχει μέριμνα τα σημαντικά αυτά κεφάλαια να κατευθυνθούν κυρίως στην επιτάχυνση ιδιωτικών και δημοσίων επενδύσεων και αναβάθμιση των υποδομών, την ψηφιοποίηση της παραγωγικής δομής και της δημόσιας διοίκησης, την αντιμετώπιση των κλιματολογικών και περιβαλλοντικών προκλήσεων, την ενίσχυση των δράσεων πράσινης ανάπτυξης και κυκλικής οικονομίας και τη μετεκπαίδευση του εργατικού δυναμικού, ώστε να διευκολυνθεί η μετάβαση στη νέα οικονομία, να αντιμετωπιστεί η αυξανόμενη ανεργία και να επιτευχθούν υψηλότεροι ρυθμοί ανάπτυξης.

Το φιλόδοξο πρόγραμμα θα χρηματοδοτηθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή μέσω δανεισμού της από τις διεθνείς αγορές, ένα σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση της  εμβάθυνσης και επιτάχυνσης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, ενώ τα χρήματα θα πρέπει να έχουν δεσμευθεί σε δράσεις μέχρι το τέλος του 2023 και να έχουν εκταμιευθεί μέχρι το τέλος του 2026. Άρα, επείγει κάθε χώρα μέλος της ΕΕ να προετοιμάσει σύντομα και να υποβάλει προς χρηματοδότηση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ολοκληρωμένα και μελετημένα επενδυτικά σχέδια και προγράμματα και να θέσει συγκεκριμένους χρηματοδοτικούς στόχους και προτεραιότητες αξιοποίησης των διαθέσιμων κεφαλαίων.

Παράλληλα, εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, ο Κοινοτικός Προϋπολογισμός, το Multiannual Financial Framework (MFF) για την περίοδο 2021-2027, ύψους €1.074,3δισεκ., ουσιαστικά διαμορφώθηκε ο Ευρωπαϊκός προϋπολογισμός για την επόμενη επταετία. Στόχος είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση να αντιμετωπίσει επιτυχώς τις άμεσες και μελλοντικές προκλήσεις, κυρίως να υλοποιήσει τις πολιτικές προτεραιότητες και την οικονομική και κοινωνική ατζέντα της Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένων του ψηφιακού και ενεργειακού μετασχηματισμού, την αναβάθμιση των υποδομών υγείας, αλλά και την ενίσχυση των μεταρρυθμίσεων ,του κράτους δικαίου και των δημοκρατικών θεσμών στα κράτη μέλη.

Η ελληνική αντίδραση στην πανδημία

Η Ελλάδα αντέδρασε έγκαιρα με το ξέσπασμα της πανδημίας και στο υγειονομικό και στο οικονομικό πεδίο, με αποτέλεσμα να έχει από τις καλύτερες επιδόσεις ευρωπαϊκά ως προς τον περιορισμό της διάδοσης του ιού στον πληθυσμό, ενώ φαίνεται ότι δεν θα έχει τη χειρότερη ύφεση στην Ευρωζώνη, παρά την εξάρτηση της οικονομίας της από τρεις κλάδους που επλήγησαν σημαντικά από την κρίση, δηλαδή τις μεταφορές, τον τουρισμό και την εστίαση. Η Κυβέρνηση, παρά την δημοσιονομική στενότητα πέτυχε να άρει τις δημοσιονομικές δεσμεύσεις για το 2020 και το 2021 (θα στοχεύσει σε μηδενικό πρωτογενές πλεόνασμα το 2021) και ανέλαβε και υλοποίησε προγράμματα στήριξης των εισοδημάτων των νοικοκυριών, των επιχειρήσεων και της ρευστότητας της οικονομίας, ύψους συνολικά 6,3% του ΑΕΠ. Αποτέλεσμα η αντιστροφή των πρωτογενών πλεονασμάτων (3,5% το 2019) σε ελλείμματα, εκτιμώμενο να κυμανθεί μεταξύ -5% -6% του ΑΕΠ για το 2020, ενώ το συνολικό δημοσιονομικό έλλειμα θα κινηθεί κοντά στο 10% του ΑΕΠ, ένα μάλλον ανησυχητικό ποσοστό.

Η Ελλάδα είχε μια επιτυχή παρουσία στις διαπραγματεύσεις στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και εξασφάλισε να λάβει ex ante πακέτο βοήθειας περίπου €70 δισεκ., €32 δισεκ. από το NGEU και €38 δισεκ. από το MFF. Να διευκρινιστεί στο σημείο αυτό ότι, δεν υπάρχουν αυτοματισμοί στην εκταμίευση των ως άνω ποσών, αλλά η Ελλάδα θα πρέπει να διεκδικήσει τα ποσά αυτά με την υποβολή ολοκληρωμένων προτάσεων και επενδυτικών σχεδίων σύντομα, όχι αργότερα του 2022, τα οποία πρέπει να εγκριθούν από τα Ευρωπαϊκά όργανα, τηρώντας το αυστηρό και ενίοτε γραφειοκρατικό πλαίσιο των διαδικασιών και προδιαγραφών που έχουν θεσμοθετήσει οι Ευρωπαϊκοί θεσμοί. Ενεργώντας σωστά η Κυβέρνηση, για να προετοιμαστεί κατάλληλα και να επιταχύνει τις αποφάσεις, δημιούργησε εξειδικευμένη Κυβερνητική Συντονιστική Επιτροπή αξιοποίησης του πακέτου των € 70 δισεκ. υπό τον συντονισμό του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών κ. Θ. Σκυλακάκη ενώ εξειδίκευσε τις αναγκαίες δράσεις και πρωτοβουλίες σε έξι νευραλγικά υπουργεία.

Είναι εξαιρετικά κρίσιμο οι πόροι που αναμένεται να γίνουν διαθέσιμοι από την ΕΕ για τα επόμενα χρόνια, να αξιοποιηθούν από την Ελλάδα για να επιταχύνει το μετασχηματισμό της παραγωγικής δομής της, αλλά και να βελτιώσει σταθερά την ανταγωνιστικότητα, την εξωστρέφεια της οικονομίας και την παραγωγικότητα της χώρας. Ιδιαίτερα, οι διαθέσιμοι πόροι θα πρέπει βάσει σχεδίου να διοχετευθούν κυρίως για την υποστήριξη και αναβάθμιση των υποδομών, την ενίσχυση των ξένων ιδιωτικών και δημοσίων επενδύσεων, τον ψηφιακό και ενεργειακό μετασχηματισμό, την πράσινη και κυκλική οικονομία και τη χρηματοδότηση δομικών και μεταρρυθμιστικών παραγωγικών πρωτοβουλιών και θεσμικών αλλαγών. Οι τελευταίες, αφορούν τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στον δημόσιο τομέα και τη δημόσια διοίκηση, τις ιδιωτικοποιήσεις και την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, την ενίσχυση του ανταγωνισμού στις αγορές και τη στήριξη και μετεκπαίδευση της εργασίας. Στόχος είναι να τεθεί η ελληνική οικονομία σε διατηρήσιμη και ισχυρή αναπτυξιακή τροχιά, δημιουργώντας εισοδήματα, ευκαιρίες, ευημερία και πλούτο για τους πολλούς.

Η πανδημία του Covid-19, βρήκε την Ελλάδα σε μια κρίσιμη μεταβατική περίοδο, εξερχόμενη από μια βαθιά και παρατεταμένη οικονομική κρίση και έχοντας να διαχειριστεί σοβαρά προβλήματα που μας κληροδότησε η τελευταία, ενώ η πανδημία τείνει να οξύνει τα προβλήματα σε σοβαρό βαθμό. Σημαντικές προκλήσεις είναι η αναμενόμενη αύξηση της ανεργίας, των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ύψους €60 δισεκ. στο τραπεζικό σύστημα σήμερα, €90 δισεκ. συνολικά στην οικονομία) του δημοσίου και ιδιωτικού χρέους, των δημοσιονομικών ελλειμάτων και της φτώχιας και περιθωριοποίησης σημαντικού τμήματος του πληθυσμού.

Στο πλαίσιο αυτό, η Κυβέρνηση ανέθεσε σε Επιτροπή Ειδικών υπό την Προεδρία του νομπελίστα Καθηγητή Χριστόφορου Πισσαρίδη, να συντάξει έκθεση για τις αναπτυξιακές και μεταρρυθμιστικές προτεραιότητες της χώρας και την αξιοποίηση των ως άνω Ευρωπαϊκών πόρων, και να αναδείξει τις αναγκαίες πολιτικές και θεσμικές πρωτοβουλίες που θα οδηγήσουν την οικονομία στη συστηματική βελτίωση της παραγωγικότητας, σε ισχυρούς και διατηρήσιμους ρυθμούς ανάπτυξης και την δημιουργία σημαντικού αριθμού νέων θέσεων εργασίας.

Η Επιτροπή δημοσίευσε την ενδιάμεση προσωρινή έκθεσή της πρόσφατα και το τελικό κείμενο θα παραδοθεί στην Κυβέρνηση στα τέλη Σεπτεμβρίου. Βασικός στόχος της οικονομικής πολιτικής είναι η συστηματική αύξηση των εισοδημάτων και του εθνικού πλούτου που μπορεί να επιτευχθεί μόνο με πρωτοβουλίες που ενισχύουν καθοριστικά την παραγωγικότητα, την εργασία και τις επενδύσεις.

Συγκεκριμένα, οι κεντρικές προτεραιότητες του προτεινόμενου αναπτυξιακού σχεδίου της χώρας, είναι οι ακόλουθες:

Η Επιτροπή θέτει επίσης, συγκεκριμένους ποσοτικούς στόχους για την άνοδο των συνολικών επενδύσεων και των εξαγωγών ως ποσοστού του ΑΕΠ, ώστε να κινηθούν σταδιακά από τα σημερινά επίπεδα του 12% και 37% περίπου αντίστοιχα, προς αυτά του 24% και 60%, δηλαδή προς το μέσο όρο των άλλων αντίστοιχου μεγέθους οικονομιών της Ευρωζώνης. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στη συστηματική αύξηση των ιδιωτικών επενδύσεων και των εξαγωγών αγαθών που βρίσκονται σήμερα στο 8% και 19% του ΑΕΠ αντίστοιχα, από τα χαμηλότερα στην Ευρωζώνη.

Επιπροσθέτως, προτείνεται:

Η έκθεση υιοθετεί μια μεσοπρόθεσμη οπτική καθώς η ουσιαστική ενίσχυση της παραγωγικής βάσης της οικονομίας προϋποθέτει δομικές αλλαγές που θα εξελιχθούν σε βάθος δεκαετίας, ώστε να φανούν τα πλήρη αποτελέσματα, αλλά πρέπει να ξεκινήσουν το συντομότερο δυνατό. Επιπροσθέτως, οι παρεμβάσεις που προτείνονται στην έκθεση θα αποδώσουν ουσιαστικά εάν εφαρμοστούν με συνέπεια σε συνδυασμό μεταξύ τους.

Στην τελική κατάρτιση της έκθεσης θα πρέπει να ληφθούν υπόψη στο σχεδιασμό των προτεινόμενων δράσεων και μέτρων δύο κρίσιμοι παράγοντες, οι διεθνείς τάσεις και οι συνθήκες εκκίνησης της ελληνικής οικονομίας. Οι τελευταίες δεν διαμορφώνονται ευνοϊκές σήμερα, εντός και εκτός Ελλάδας, και πιθανά να έχουν αρνητική επίπτωση στην εξέλιξη, προοπτική και τελική επιτυχία του ελληνικού σχεδίου ανάκαμψης της οικονομίας. Άρα, πρέπει να υπάρχει ευελιξία και προσαρμοστικότητα για να αποδώσει το σχέδιο ακόμα και αν αλλάξουν οι συνθήκες.

Ιδιαίτερα σημαντικές για την εξέλιξη και προοπτική της ελληνικής οικονομίας αποτελούν σειρά κρίσιμων διεθνών τάσεων που οδηγούν ως αναγκαιότητα σε σημαντικό μετασχηματισμό του παραγωγικού προτύπου παγκοσμίως, αλλά και της Ελλάδος. Οι διεθνείς τάσεις καθιστούν στοιχείο επιβίωσης το δομικό μετασχηματισμό και την προσαρμογή των οικονομιών, των εργασιακών σχέσεων, των κοινωνικών και οικονομικών προτύπων.

Ιδιαίτερα σημαντική επίπτωση θα έχουν στην πορεία ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, οι διεθνείς τάσεις που αφορούν :

Η χώρα μας υστερεί σοβαρά έναντι των λοιπών ευρωπαϊκών χωρών στην προσαρμογή της οικονομίας στα νέα διεθνή δεδομένα και τάσεις καθώς και στο βαθμό μετασχηματισμού της προς αυτή την κατεύθυνση.

Για παράδειγμα, στην Ελλάδα οι τομείς της παραγωγής θερμότητας και των μεταφορών, χρησιμοποιούν ανανεώσιμες πηγές ενέργειας σε πολύ μικρό ποσοστό (9% και 3,3% αντίστοιχα), ενώ απέχουμε πολύ από το να ικανοποιήσουμε τις βασικές διεθνείς συμφωνίες και τους στόχους που προκύπτουν με βάση τις προδιαγραφές για βιώσιμη ανάπτυξη των Ηνωμένων Εθνών και από την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, ιδιαίτερα όσον αφορά τις πηγές ενέργειας, την κυκλική οικονομία, τη διαχείριση αποβλήτων και την αποδοτικότητα των πηγών ενέργειας.

Η Ελλάδα τον Δεκέμβριο του 2019, δημοσίευσε το ανανεωμένο Εθνικό Σχέδιο για την ενέργεια και το κλίμα που θέτει φιλόδοξους στόχους για το 2030 (κατάργηση του λιγνίτη έως το 2028, αύξηση του ΑΠΕ στο 35% της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας, 30% στις πωλήσεις ηλεκτροκίνητων αυτοκινήτων μέχρι το 2030 και μείωση της εκπομπής αερίων του θερμοκηπίου κατά 42% σε σχέση με το 1990).

Επιπροσθέτως, η πανδημία Covid-19 αναμένεται να έχει μονιμότερες επιπτώσεις στη διεθνή οικονομία και στην Ελλάδα, επιταχύνοντας ριζοσπαστικές εξελίξεις που βρισκόντουσαν ήδη σε εξέλιξη στην οικονομία και κοινωνία. Χαμένοι των εξελίξεων  για σημαντικό χρονικό διάστημα φαίνεται να είναι οι κλάδοι των ξενοδοχείων, εστίασης, ταξιδιών, αεροδρομίου, διασκέδασης και ο τραπεζικός λόγω νέων NPEs, ενώ κερδισμένοι είναι οι κλάδοι της τεχνολογίας, ηλεκτρονικών ειδών, super markets, logistics, ταχυμεταφορών, ειδών αθλητισμού και home suppliers αγαθών και υπηρεσιών. Ψηφιακά μέσα αξιοποιούνται για να επιταχύνουν την εκπαίδευση στο σπίτι, εργασία από το σπίτι, διασκέδαση στο σπίτι, αγορές και συναλλαγές από το σπίτι και όλες οι υπηρεσίες εξ’ αποστάσεως αποκτούν σημαντική σημασία και δυναμική.

Συνοπτικά, από την παραπάνω συνολική παρουσίαση, θα μπορούσαμε να επισημάνουμε ότι οι επερχόμενες αλλαγές στην ελληνική κοινωνία και οικονομία είναι ιδιαίτερα σημαντικές και θα επηρεάσουν καθοριστικά τις προτεραιότητες των επιχειρήσεων.

Ιδιαίτερα, ευκαιρίες ανάπτυξης νέων δραστηριοτήτων και επενδύσεων πιθανά να προκύψουν στις παρακάτω περιοχές:

 Οι μεγάλες οικονομικές προκλήσεις και οι μελλοντικοί κίνδυνοι

Οι μεγάλες προκλήσεις, ευκαιρίες αλλά και κίνδυνοι για την ελληνική οικονομία και την κυβέρνηση είναι οι ακόλουθοι μεσοπρόθεσμα, κίνδυνοι που μπορεί, αν δεν αντιμετωπιστούν επιτυχώς να παγιδεύσουν την Ελληνική Οικονομία σε μονιμότερη στασιμότητα.

 Ο κ. Νικόλαος Καραμούζης είναι Πρόεδρος της Grant Thornton στην Ελλάδα, Μέλος Δ.Σ. του Ιδρύματος Ωνάση

 

 

 

διαβάστε ακόμα

Η AEGEAN και η Olympic Air μετέφεραν το Άγιο Φως στην ελληνική επικράτεια
Η Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου σε γαστρονομική εκδήλωση στο Βουκουρέστι
Δράσεις για την τουριστική προβολή της Ελλάδας σε Σουηδία και Ελβετία
Ξενοδοχεία | Ποιο είναι το τίμημα του Πόρτο Καρράς;
Οι αεροπορικές εταιρείες βαρέθηκαν να επωμίζονται το κόστος άλλων
Υπερ- τουρισμός | Ο τουριστικός τομέας δεν πρέπει να αγνοήσει τις διαμαρτυρίες των ντόπιων
Τουρισμός 2024 | Sunvil: Το μεγαλύτερο ελληνικό πρόγραμμα στο Ηνωμένο Βασίλειο με 61 νησιά
Έκθεση φωτογραφιών για τη δράση του John D.S. Pendlebury στη Μάχη της Κρήτης
Άυλη Πολιτιστική Κληρονομιά: Η Περίπτωση των Μάηδων της Μακρινίτσας
«Σκιώδης στόλος» του Πούτιν στον Λακωνικό Κόλπο