Η Πάρος δεν έχει τα ψηλά βουνά της Νάξου, τους απογειωτικούς ανέμους της Μυκόνου, το άγριο αλλά εντυπωσιακό τοπίο των γκρεμνών της Καλντέρας στη Σαντορίνη.
Τα παριανά βουνά και οι λόφοι είναι χαμηλοί, σβήνουν γλυκά μέχρι τις ακτές, οι παραλίες είναι γεμάτες μυστικά θέλγητρα, ενώ τα αρχαιολογικά ευρήματα, στα μουσεία ή στις ανασκαφές του νησιού μαρτυρούν τη μακρόχρονη ιστορική του διαδρομή.
Γνώρισα την Πάρο όταν πρωτοπάτησα το πόδι μου το 1976, φοιτητής, πάνε τώρα 40 χρόνια και γοητεύτηκα από την ομορφιά της, την αθωότητα των τοπίων και των κατοίκων της, άνθρωποί της με πολλά καντάρια αξιωσύνης και σοφίας και δεν είναι τυχαίο ότι στο βιβλίο μου «Πάρος, οδοιπορικό στον τόπο και το χρόνο» περιγράφονταν κάποιοι κλασικοί τύποι του νησιού όπως ο καπετάν-Λινάρδος κι ο Στρατής από την Νάουσα, η κυρ-Γιάννης ο Καπαρός ή ο Λουκής από τις Λεύκες.
Τα χρόνια πέρασαν, ο κόσμος άλλαξε, το ίδιο και η Πάρος. Μπορεί να χάθηκε η αθωότητα, αλλά η Πάρος απέκτησε μια πλουραλιστική ταυτότητα και μια ικανότητα να δίνει ευχαρίστηση σε όλα, μα όλα τα γούστα.
Διαβάστε τη συνέχεια στο greekgastronomyguide.gr